Κατέβαινα την Πατησίων με προορισμό τη στάση λεωφορείου το οποίο θα με μετέφερε σπίτι. Ήταν μια συνηθισμένη Τρίτη βράδυ γύρω στις 22.10 μετά από ένα συνηθισμένο μάθημα. Προχωρώντας βιαστικά λόγω της παγωνιάς που επικρατούσε- δεκέμβρης μήνας βλέπεις-έκανα ό,τι κάνει ένας συνηθισμένος νεαρός σε μια συνηθισμένη διαδρομή μιας συνηθισμένης πόλης: ΤΙΠΟΤΑ. Εκείνο το βράδυ όμως, κάτι πρωτόγνωρο ήρθε να ταράξει τη συνηθισμένη γαλήνη και να αποδείξει πώς ανά πάσα η ηλιθιότητα ορθώνεται μπροστά σου σε βαθμό που δεν το περιμένεις.
Στο στενό της οδού Σολωμού το φανάρι για το απέναντι πεζοδρόμιο ήταν κόκκινο κι ο ¨Σταμάτης¨ δέσποζε γεμάτος περηφάνεια. Ο δρόμος ωστόσο ήταν άδειος. Όπως κάθε εύνους, έτσι κι εγώ πέρασα απέναντι. Παρατήρησα αίφνης γεμάτος έκπληξη ότι πίσω μου είχα αφήσει ένα μεσήλικα ο οποίος είχε καθηλωθείστο προηγούμενο πεζοδρόμιο.Τον κοίταξα από απέναντι- εφόσον είχα ήδη περάσει. Είχε το παρουσιαστικό του επιτυχημένου καριερίστα, με τον ακριβό χαρτοφύλακα, την επίσης ακριβή καπαρτίνα, το γυαλισμένο λουστρίνι, ενδεδυμένος στην τρίχα τέλος πάντων. Σ΄ ένα δρόμο άδειο, όπου ούτε γάτα δεν περνούσε, αυτός, εκεί, απτόητος, με το βλέμμα κολλημένο στο σηματοδότη περίμενε το φανάρι ν’ ανάψει πράσινο για να περάσει απέναντι. Πήρα το θάρρος, έκανα την καρδιά μου πέτρα και του μίλησα…
- Ε συγνώμη. Υπάρχει μήπως κάποιο πρόβλημα;
- Όχι νεαρέ. Προς τι η ερώτησις;
Η περιέργειά μου είχε φτάσει στο απροχώρητο.
- Ε, να… σας βλέπω εδώ, να στέκεστε ακίνητος και αναρωτιέμαι ποιος είναι ο λόγος.
- Η ένδειξις του σηματοδότη είναι απαγορευτική δια τους πεζούς. Κατά συνέπεια, αναμένω να αλλάξει…
- Μα ο δρόμος είναι άδειος. Μ’ εννοείτε; Άδειος.
«Δεν έχει σημασία» επέμεινε ο μεσήλιξ. «Η νομιμότης νεαρέ…» μου είπε τείνοντας το δείκτη του δεξιού χεριού, και συνέχισε την κατήχηση… «ο νόμος φροντίζει να μας διαφυλάξει. Αλλά που να καταλάβετε εσείς νεαρέ μου…» Αυτό το τελευταίο το είπε με έναν ειρωνικό τόνο κουνώντας το κεφάλι του πάνω-κάτω και συνοφρυώνοντας τα χείλη του αποδοκιμαστικά, με τέτοιο τρόπο που η ηλίθια φάτσα του έγινε ακόμα πιο ηλίθια, κάνοντας με να χαχανίσω σκεπτόμενος πως θα ήταν τα παιδικά του χρόνια. Ξέρεις τώρα, ο χοντρούλης μπουλούκος με τη βερμουδίτσα, που άκουγε και εκτελούσε πειθήνια ό,τι του δίδασκαν φοβούμενος μην τιμωρηθεί και τον κάνουν ΝΤΑ! Αλλά το χαχανητό έγινε γέλιο όταν μου πέρασε από το μυαλό η φάτσα του όταν θα σφίγγεται για να εκσπερματώσει στις πεζές στιγμές που θα περνάει που και που με μία ακριβώς σαν αυτόν στερημένη και ημίνεκρη ψυχικά σύζυγο. Οι φρικτές- πραγματικά αηδιαστικές σκέψεις μου- διακόπηκαν από τις φωνές του.
- Προς τι ο γέλωτας αναιδέστατε αλήτη;!
- Μα ο δρόμος είναι άδειος. ΑΔΕΙΟΣ ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΙ Ο ΔΙΑΟΛΟΣ!!! Από τι θα σε προφυλάξει το φανάρι επιτέλους; ΑΠΟ ΚΑΝΕΝΑ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ;!
Ο τόνος της φωνής μου ήταν ιδιαίτερα έντονος. Είχα φτάσει στο αμήν! Αυτός ξαναγύρισε το κεφάλι και κοίταξε το φανάρι, το οποίο είχε γίνει πράσινο σαν τη μολόχα προ ολίγου, και τώρα μετατράπηκε σε αμείλικτο κόκκινο.
- Θεέ μου! Με καθυστέρησες κι έχασα την ευκαιρία!
Αυτό ήταν. Η ηλιθιότητα του τύπου με διαπέρασε σαν κεραυνός. Το δέος με ώθησε στην παραίτηση, η οποία σε συνδυασμό με το θυμό μου με οδήγησε στο να χρησιμοποιήσω τη γλαφυρότατη γλώσσα του σώματος, με μία γνωστότατη χειρονομία του χεριού, η οποία παραπέμπει σε άλλο σημείο του σώματος. Παράλληλα, με το δεξί χέρι, χρησιμοποίησα μια άλλη ¨φρασούλα¨. Η γνωστή κίνηση κατά την οποία το χέρι εκτελεί κάθετη πορεία με προορισμό τους γεννητικούς αδένες…
Την άλλη μέρα άκουσα στις ειδήσεις τα εξής: « Πενηντατετράχρονος δικηγόρος βρήκε φρικτό θάνατο χθες στη συμβολή των οδών Πατησίων και Στουρνάρη απ’ τη μεριά του πολυτεχνείου, όταν χτυπήθηκε από διερχόμενη BMW που οδηγούσε μεθυσμένος νεαρός. Ο νεαρός γυρνούσε από διασκέδαση, ενώ ο άτυχος δικηγόρος περνούσε το δρόμο με πράσινο, κατευθυνόμενος προς το σπίτι του»
Από το φανζην ΚΑΤΑΚΟΜΒΕΣ, τεύχος 4, χειμώνας ‘99
Οι νόμοι (υποτίθεται) έχουν φτιαχτεί για να υπάρχει μια συννενόηση, ένας κοινός κανόνας που θα υπακούν όλοι προς αποφυγή του υποκειμενικού. Λογικό ακούγεται. Πάνω σε αυτή τη λογική εκπαιδευόμαστε από μικροί...
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμως η ιστορία δείχνει πως τα μεγαλύτερα εγκλήματα έγιναν νομιμότατα. Οι σφαγές των ναζί ήταν σε συμφωνία με την κυρίαρχη λογική στη χώρα τους. Το ίδιο και το μακελειό των αφρικανών από του Ευρωπαίους δουλέμπορους. Μια πραγματικά ηθική στάση εκείνη την εποχή λοιπόν, θα έπρεπε να είναι ενάντια στους νόμους τους. Και ακόμη περισσότερο, ενάντια ακόμη και σε αυτήν την τότε κυρίαρχη "ηθική". Αυτό δεν έχει μόνο να κάνει με το ότι είχαν ολιγαρχικά καθεστώτα. Ακόμη και αν αμεσοδημοκρατικά η πλειοψηφία συμφωνούσε με αυτές τις πράξεις - πάλι αντίθετος θα έπρεπε να είναι κάποιος που θέλει να λέγεται ηθικός (όσο νεφελώδης κι αν είναι αυτή η λέξη)
Δεν είναι όμως και ένας ας πούμε serial killer ενάντια στην κυρίαρχη ηθική και τους νόμους; Ναι: Η εναντίωση αυτή δεν αρκεί για να καταστήσει ηθικά νόμιμη μια πράξη. Ούτε βέβαια και η υπακοή ή η αδιαφορία (ίσα ίσα μπορεί να είναι εγκληματική όπως είπαμε).
Με άλλα λόγια ΔΕΝ υπάρχει μπούσουλας αντικειμενικός σχετικά με το τι είναι το σωστό και τι όχι. Μόνο υποκειμενικός και αβέβαιος. Το μόνο γνώρισμα του "ηθικού ανθρώπου" είναι το ότι αναρωτιέται διαρκώς για το κατά πόσον ηθικές είναι οι επιλογές του. Αυτο-αμφισβητείται διαρκώς.
Σήμερα έχουν αρχίσει να γραπώνονται πολλοί από την νομιμότητα σαν να είναι κάτι υπεράνω αμφισβήτησης, ένα είδος ευαγγελίου. Ούτε είναι - ούτε και ήταν ποτέ. Μπορεί να είναι τρομαχτική η αβεβαιότητα, το ξέρω. Αλλά δεν υπάρχει τίποτε άλλο στην πραγματικότητα, ακόμη και η φύση έτσι είναι φτιαγμένη από ότι βλέπουμε. Μόνος μπούσουλας η ελευθερία του κάθε ανθρώπου έτσι γενικά κι αόριστα...
Με έπιασε πολυλογία αλλά μου άρεσε το post και παρασύρθηκα :P